Ετυμολογία

επεξεργασία
scientifique < δημώδης λατινική scientificus

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sjɑ̃.ti.fik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
scientifique scientifiques

scientifique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
scientifique scientifiques

scientifique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Αντώνυμα

επεξεργασία