Προφορά

επεξεργασία
 
ομόηχα: → δείτε τις λέξεις ci, scies, scient, si, sis και six

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
scie scies

scie (fr) θηλυκό

  1. το πριόνι
  2. (ψάρι) το πριονόψαρο
     συνώνυμα: poisson-scie

Εκφράσεις

επεξεργασία

και

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη scier