Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
saturé
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
γένος
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
saturé
saturés
θηλυκό
saturée
saturées
saturé
(fr)
κορεσμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
saturabilité
saturable
saturant
-
saturante
saturateur
saturation
saturé
-
saturée
saturer