rusto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- rusto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rusto | rustoj |
αιτιατική | ruston | rustojn |
rusto (eo)
- η σκουριά
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rusto | rustoj |
αιτιατική | ruston | rustojn |
rusto (eo)