run back over
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | run back over |
γ΄ ενικό ενεστώτα | runs back over |
αόριστος | ran back over |
παθητική μετοχή | run back over |
ενεργητική μετοχή | running back over |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαrun back over (en)
- γυρίζω, συζητάω ή σκέφτομαι ξανά κάτι
- ⮡ He ran back over recent events in his mind.
- Γύρισε στο μυαλό του τα τελευταία γεγονότα.
- ⮡ He ran back over recent events in his mind.
Πηγές
επεξεργασία- run back over - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 203. ISBN 9780194325684., λήμμα: γυρίζω