rumano
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- rumano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rumano | rumanoj |
αιτιατική | rumanon | rumanojn |
rumano (eo)
- ο Ρουμάνος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rumano | rumanoj |
αιτιατική | rumanon | rumanojn |
rumano (eo)