rozario
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- rozario < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rozario | rozarioj |
αιτιατική | rozarion | rozariojn |
rozario (eo)
- το κομποσκοίνι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rozario | rozarioj |
αιτιατική | rozarion | rozariojn |
rozario (eo)