rondo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- rondo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rondo | rondoj |
αιτιατική | rondon | rondojn |
rondo (eo)
- ο κύκλος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rondo | rondoj |
αιτιατική | rondon | rondojn |
rondo (eo)