roll call
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
roll call | roll calls |
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
roll call (en)
- το προσκλητήριο
- ↪ He was missing from the morning/evening roll call.
- Έλειπε από το πρωινό/βραδινό προσκλητήριο.
- ↪ He was missing from the morning/evening roll call.