roleplaying game
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- roleplaying game < → δείτε τις λέξεις roleplaying και game
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
roleplaying game | roleplaying games |
roleplaying game (en)
- (παιχνίδι) παιχνίδι ρόλων, παιχνίδι στο οποίο ο παίκτης αναλαμβάνει κάποιον ρόλο