repubblica
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
repubblica | repubbliche |
Ετυμολογία
επεξεργασία- repubblica < λατινική res publica, με την έννοια των δημοσίων υποθέσεων
Ουσιαστικό
επεξεργασίαrepubblica (it)
- (πολιτική) η δημοκρατία (το κράτος που έχει δημοκρατικό πολίτευμα)