Ετυμολογία

επεξεργασία
repo < repository

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈɹiːpoʊ/

  Συντομομορφή

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
repo repos

repo (en)



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

repo (fi)

Συνώνυμα

επεξεργασία