remuage
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- remuage < remuer
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
remuage | remuages |
remuage (fr) αρσενικό
- (τεχνολογία) συνεχής ταλάντευση και περιστροφή των φιαλών της σαμπάνιας ώστε κάθε ίζημα να πέσει στο πώμα