Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
rempart
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
rempart
remparts
Ουσιαστικό
επεξεργασία
rempart
(fr)
αρσενικό
το
τείχος
(
στον πληθυντικό
) περιοχή μιας
πόλης
ανάμεσα στα
τείχη
της και τις πιο κοντινές
κατοικίες