recherché
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | recherché | recherchés |
θηλυκό | recherchée | recherchées |
Επίθετο
επεξεργασίαrecherché (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | recherché | recherchés |
θηλυκό | recherchée | recherchées |
recherché (fr)