recent
Αγγλικά (en) επεξεργασία
παραθετικά | |
θετικός | recent |
συγκριτικός | more recent |
υπερθετικός | most recent |
Επίθετο επεξεργασία
recent (en)
Σύνθετα επεξεργασία
Ρουμανικά (ro) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
recent (ro)
παραθετικά | |
θετικός | recent |
συγκριτικός | more recent |
υπερθετικός | most recent |
recent (en)
recent (ro)