Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

reader (en)

  1. αναγνώστης
  2. (ΗΒ) πανεπιστημιακός με βαθμό κατώτερο του καθηγητή και ανώτερο του λέκτορα, επίκουρος ή αναπληρωτής καθηγητής
  3. (πληροφορική) συσκευή ανάγνωσης μέσων αποθήκευσης, πχ καρτών