reĝimo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- reĝimo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | reĝimo | reĝimoj |
αιτιατική | reĝimon | reĝimojn |
reĝimo (eo)
- το πολίτευμα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | reĝimo | reĝimoj |
αιτιατική | reĝimon | reĝimojn |
reĝimo (eo)