résumé
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- résumé < (άμεσο δάνειο) γαλλική résumé
Ουσιαστικό
επεξεργασίαrésumé (en)
- το βιογραφικό
- η περίληψη, η σύνοψη
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
résumé | résumés |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαrésumé (fr) αρσενικό
- η περίληψη