réflexif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | réflexif | réflexifs |
θηλυκό | réflexive | réflexives |
Επίθετο
επεξεργασίαréflexif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | réflexif | réflexifs |
θηλυκό | réflexive | réflexives |
réflexif (fr)