psaltero
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- psaltero < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | psaltero | psalteroj |
αιτιατική | psalteron | psalterojn |
psaltero (eo)
- το ψαλτήριο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | psaltero | psalteroj |
αιτιατική | psalteron | psalterojn |
psaltero (eo)