prognozo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- prognozo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prognozo | prognozoj |
αιτιατική | prognozon | prognozojn |
prognozo (eo)
- η πρόγνωση
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prognozo | prognozoj |
αιτιατική | prognozon | prognozojn |
prognozo (eo)