profeto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | profeto | profetoj |
αιτιατική | profeton | profetojn |
profeto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | profeto | profetoj |
αιτιατική | profeton | profetojn |
profeto (eo)