ενικός         πληθυντικός  
profession professions

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

profession (en)



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
profession professions

profession (fr) θηλυκό