procedure
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- procedure < (άμεσο δάνειο) γαλλική procédure
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /pɹəˈsiːdʒə/ και /pɹəˈsidʒɚ/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : pro‐ced‐ure
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
procedure (en)
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- procedure στην αγγλική Βικιπαίδεια