Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
premise
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
premise
premises
Ουσιαστικό
επεξεργασία
premise
(en)
(
επίσημο
)
η
πρόθεση
⮡
a few words about the
premise
of the work
- λίγα λόγια για την
υπόθεση
του έργου
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
plot
→
δείτε
τη λέξη
premises
Πηγές
επεξεργασία
premise
-
Oxford Learner's Dictionaries