Τζαμαϊκανά κρεολικά (jam)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

prekeh < (άμεσο δάνειο) ισπανική pereque[1]

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈpɹɛˌkɛ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: pre‐keh
 

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
prekeh -

prekeh (jam)

  ΑναφορέςΕπεξεργασία

  1. Richard Allsopp (2003) (στα αγγλικά). Dictionary of Caribbean English Usage. The University of the West Indies Press. σελ. 453. ISBN 9789766401450. 
  2. (στα τζαμαϊκανά) Husband and babyfather turn best friend. The Jamaica Star. 2019.  jamaica-star.com