porte-documents
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
porte-documents | porte-documents |
porte-documents (fr) αρσενικό άκλιτο
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
porte-documents | porte-documents |
porte-documents (fr) αρσενικό άκλιτο