Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

porte-bouteilles < porter + bouteille

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pɔʁ.tbu.tɛj/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ενικός πληθυντικός
porte-bouteilles porte-bouteilles

porte-bouteilles (fr) αρσενικό άκλιτο και porte-bouteille