• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

piston

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Γαλλικά (fr) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

piston (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ενικός πληθυντικός
piston pistons

piston (fr) αρσενικό

  1. το έμβολο, το πιστόνι
  2. το μέσο, το πιστόνι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=piston&oldid=4084223"
Τελευταία επεξεργασία στις 7 Σεπτεμβρίου 2019, στις 05:06

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 7 Σεπτεμβρίου 2019, στις 05:06.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie