Ετυμολογία

επεξεργασία
parcmètre < parc (à voitures) + -mètre

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /paʁk.mɛtʁ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
parcmètre parcmètres

parcmètre (fr) αρσενικό

Συνώνυμα

επεξεργασία