overprotective
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- overprotective < over- (< over) + protective
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˌəʊvəpɹəˈtɛktɪv/ (βρετανικό)
- ΔΦΑ : /ˌoʊvɚpɹəˈtɛktɪv/ (ΗΠΑ)
Επίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | overprotective |
συγκριτικός | more overprotective |
υπερθετικός | most overprotective |
overprotective (en)
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- overprotective - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- overprotective - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)