ovala
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ovala | ovalaj |
αιτιατική | ovalan | ovalajn |
ovala (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ovala | ovalaj |
αιτιατική | ovalan | ovalajn |
ovala (eo)