Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
orillon
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
orillon
orillons
Ουσιαστικό
επεξεργασία
orillon
(fr)
αρσενικό
αντικείμενο ή μέρος αντικειμένου σε σχήμα
αφτιού
γωνιακή
εξοχή
ενός
κάστρου