orangé
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | orangé | orangés |
θηλυκό | orangée | orangées |
Επίθετο
επεξεργασίαorangé (fr)
Δείτε επίσης : orange |
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | orangé | orangés |
θηλυκό | orangée | orangées |
orangé (fr)