oferado
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | oferado | oferadoj |
αιτιατική | oferadon | oferadojn |
oferado (eo)
- η θυσία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | oferado | oferadoj |
αιτιατική | oferadon | oferadojn |
oferado (eo)