nominativo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- nominativo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nominativo | nominativoj |
αιτιατική | nominativon | nominativojn |
nominativo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nominativo | nominativoj |
αιτιατική | nominativon | nominativojn |
nominativo (eo)