nektarino
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- nektarino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nektarino | nektarinoj |
αιτιατική | nektarinon | nektarinojn |
nektarino (eo)
- το νεκταρίνι