nedifinita
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- nedifinita < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nedifinita | nedifinitaj |
αιτιατική | nedifinitan | nedifinitajn |
nedifinita (eo)
- που δεν έχει οριστεί