neadekvata
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- neadekvata < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | neadekvata | neadekvataj |
αιτιατική | neadekvatan | neadekvatajn |
neadekvata (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | neadekvata | neadekvataj |
αιτιατική | neadekvatan | neadekvatajn |
neadekvata (eo)