navigant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- navigant < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | navigant | navigants |
θηλυκό | navigante | navigantes |
navigant (fr)
- που ταξιδεύει
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | navigant | navigants |
θηλυκό | navigante | navigantes |
navigant (fr) αρσενικό ή θηλυκό