napolano
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | napolano | napolanoj |
αιτιατική | napolanon | napolanojn |
napolano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | napolano | napolanoj |
αιτιατική | napolanon | napolanojn |
napolano (eo)