Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
n-word n-words

  Ετυμολογία επεξεργασία

n-word < n + word

  Ουσιαστικό επεξεργασία

n-word (en)

  Πηγές επεξεργασία