move out
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | move out |
γ΄ ενικό ενεστώτα | moves out |
αόριστος | moved out |
παθητική μετοχή | moved out |
ενεργητική μετοχή | moving out |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαmove out (en)
- μετακομίζω, θα φύγουμε από κάπου
Πηγές
επεξεργασία- move out - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 543. ISBN 9780194325684., λήμμα: μετακομίζω