molibdeno
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- molibdeno < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | molibdeno | molibdenoj |
αιτιατική | molibdenon | molibdenojn |
molibdeno (eo)
- το μολυβδένιο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | molibdeno | molibdenoj |
αιτιατική | molibdenon | molibdenojn |
molibdeno (eo)