misio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- misio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | misio | misioj |
αιτιατική | mision | misiojn |
misio (eo)
- (θρησκεία) η ιεραποστολή
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | misio | misioj |
αιτιατική | mision | misiojn |
misio (eo)