milio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- milio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | milio | milioj |
αιτιατική | milion | miliojn |
milio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | milio | milioj |
αιτιατική | milion | miliojn |
milio (eo)