Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
mettable
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
mettable
<
mettre
Επίθετο
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
mettable
mettables
mettable
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
(
για
ρούχα
ή
παπούτσια
) που μπορεί να
φορεθεί