melankolio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- melankolio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | melankolio | melankolioj |
αιτιατική | melankolion | melankoliojn |
melankolio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | melankolio | melankolioj |
αιτιατική | melankolion | melankoliojn |
melankolio (eo)