masiva
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | masiva | masivaj |
αιτιατική | masivan | masivajn |
masiva (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | masiva | masivaj |
αιτιατική | masivan | masivajn |
masiva (eo)